- μετόχοις
- товарищам
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
μετόχοις — μέτοχος sharing in masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατανεύω — (AM κατανεύω) κινώ το κεφάλι προς τα κάτω σε ένδειξη συμφωνίας, συναινώ, συγκατατίθεμαι («κάρτα δὴ ἀέκων κατανεύει», Ηρόδ.) μσν. γέρνω το κεφάλι προς τα κάτω μσν. αρχ. 1. έχω κλίση προς τα κάτω («ἐπειδὰν κατανεύση τὸ ἀγγεῑον», Γεωπ.) 2. υπόσχομαι … Dictionary of Greek